- επίνειο
- τολιμάνι ή όρμος που εξυπηρετεί μεσόγεια πόλη, η σκάλα: Η Στυλίδα είναι το επίνειο της Λαμίας.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
επίνειο — το (AM ἐπίνειον Α και ιων. τ. ἐπινήιον) λιμάνι με το οποίο εξυπηρετούνται το εμπόριο και η συγκοινωνία μεγάλης πόλης που βρίσκεται στο εσωτερικό αρχ. 1. ναύσταθμος 2. λιμάνι. [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + νείος «αυτός που έχει σχέση με τα πλοία». Αττικός τ … Dictionary of Greek
Αρμένη — Επίνειο κοντά στη Σινώπη, στον Εύξεινο Πόντο. Λέγεται και Αρμήνη (Ακλιμάν). Το μικρό αυτό λιμάνι αναφέρουν πολλοί αρχαίοι συγγραφείς (Στράβων, Πτολεμαίος, Σκύλαξ, Αρριανός, Ξενοφών) … Dictionary of Greek
Παγασές — Σημαντική πόλη της αρχαίας Πελασγιώτιδας. Τα ερείπιά της βρίσκονται κοντά στα ερείπια της αρχαίας Δημητριάδας, στην αρχή της εθνικής οδού Βόλου Αθήνας. Οι Π. ήταν επίνειο των αρχαίων Φερών (σημ. Βελεστίνο) και μαζί με την Ιωλκό και την Άλο… … Dictionary of Greek
Αργοστόλι — Πόλη, (9.037 κάτ.) του νομού Κεφαλληνίας, πρωτεύουσα του νομού και έδρα του ομώνυμου δήμου της Κεφαλονιάς. Η πόλη καταστράφηκε εντελώς στους σεισμούς του 1953 και ξαναχτίστηκε ολόκληρη, πιο σύγχρονη, αλλά χωρίς το παλαιό χαρακτηριστικό της χρώμα … Dictionary of Greek
Μαγνησίας, νομός — Διοικητική διαίρεση (2.636 τ. χλμ., 206.995 κάτ.) της περιφέρειας Θεσσαλίας, που ωστόσο δεν συμπίπτει εντελώς με τα όρια της περιοχής της αρχαίας Μαγνησίας. Ο σημερινός ν.Μ. συνορεύει στα Β και στα Δ με τον νομό Λαρίσης, στα Ν με τον νομό… … Dictionary of Greek
Σιδούς — Αρχαία οχυρή πόλη της Μεγαρίδας, στον κόλπο των Κεχρεών. Ήταν χτισμένη μεταξύ Κρομμυώνα και Ισθμού και σε μικρή απόσταση από το Σουσάκι. Η πόλη αυτή ήταν επίνειο της Μεγαρίδας και της Κορίνθου. * * * ο / Σιδοῡς, οῡντος, ΝΑ, και ασυναίρ. τ.… … Dictionary of Greek
βόλος — I Πόλη (82.439 κάτ.) της Θεσσαλίας, στον μυχό του Παγασητικού κόλπου, πρωτεύουσα του νομού Μαγνησίας και έδρα του ομώνυμου δήμου. Το πολεοδομικό συγκρότημα Β. είναι το έκτο της Ελλάδας σε πληθυσμό μετά τα πολεοδομικά συγκροτήματα της πρωτεύουσας … Dictionary of Greek
Άγιος Νικόλαος — I Ονομασία 37 οικισμών. 1. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 760 μ., 10 κάτ.) στην πρώην επαρχία Άργους του νομού Αργολίδος. Βρίσκεται στα νότια της λίμνης Στυμφαλίας και στα βορειοδυτικά της επαρχίας. Υπάγεται διοικητικά στην κοινότητα Αλέας. 2. Πεδινός… … Dictionary of Greek
Βρέμη — (Bremen). Πόλη (528.300 κάτ. το 2002) της βορειοδυτικής Γερμανίας, πρωτεύουσα του ομώνυμου ομόσπονδου κρατιδίου (404,23 τ. χλμ., 647.100 κάτ. το 2002). Χτισμένη στα μέσα του 9ου αι. στον ποταμόκολπο του Βέζερ, 65 χλμ. από τη Βόρεια θάλασσα,… … Dictionary of Greek
Κόρινθος — Πόλη (υψόμ. 10 μ., 29.787 κάτ.) και πρωτεύουσα του νομού Κορινθίας. Βρίσκεται στον μυχό του Κορινθιακού κόλπου, στην εθνική οδό Αθηνών Πατρών, σε απόσταση 84 χλμ. από την Αθήνα. Αποτελεί έδρα του δήμου Κορινθίων. Ιδρύθηκε το 1858, όταν… … Dictionary of Greek